"Εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός. Ο ποιμήν ο καλός την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων. (Ιωάν. κεφ. ι΄στοιχ.11)"

menu

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΘΟΔΩΡΑΚΗ


Ὁ θρῆνος ποὺ μετατράπηκε σὲ ὁμολογία τῆς Ἀναστάσεως
(τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Πατρῶν  κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ)
 
Ἦταν ἀπόγευμα τῆς 13ης Ἰουνίου, ὅταν στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὸ Βασιλικὸ Πατρῶν, ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ Ἱερὸς Κλῆρος, οἱ Ἄρχοντες καὶ σύσσωμη ἡ τοπικὴ κοινωνία, προπέμπαμε στὴν αἰωνιότητα τὸν 15/χρονο Θοδωρὴ καὶ βοηθούσαμε τοὺς γονεῖς του καὶ τὸν Νίκο, τὸν ἀδελφό του, νὰ σηκώσουν τὸν βαρὺ σταυρό, τοῦ ἀνθρωπίνου πόνου γιὰ τὴν    ἀναχώρηση ἀπὸ τὸν μάταιο κόσμο μας ἑνὸς λαμπροῦ, κοινωνικοῦ καὶ πολὺ ἀγαπητοῦ παιδιοῦ.
Ὁ Θοδωρὴς πηγαίνοντας στὴν Πάτρα προκειμένου νὰ δώσῃ ἐξετάσεις γιὰ τὸ Lower δὲν ἔφτασε ποτέ, γιατί στὸ δρόμο μετὰ ἀπὸ σοβαρὸ κτύπημα σὲ τροχαῖο ἀτύχημα, ὑπέστη βαρειὰ τραύματα καὶ κακώσεις καὶ τὴν ἄλλη ἡμέρα παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸ Νοσοκομεῖο στὸ Ρίο, στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Παναγίας τῆς Βοηθείας.
Τὸ πρόσωπό του ἔμεινε ἀγγελικὸ καὶ χαρούμενο, γιατί ὡς ἄγγελος ἔζησε τὰ 15 χρόνια ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Θεός. Τὸ χαμόγελο ἦταν τυπωμένο στὰ χείλη του καὶ ἐνῶ ὅλοι γύρω του θρηνοῦσαν, ἐκεῖνος ἤδη ἐβίωνε τὴν αἰώνια χαρὰ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Οἱ φίλοι του καὶ συμμαθητὲς του κρατώντας λουλούδια στὰ χέρια, μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἀποχαιρετοῦσαν τὸ ὡραῖο ἐαρινὸ ἄνθος, τὸν Θοδωρή ποὺ σκόρπιζε τὸ ἄρωμα τῆς χαρᾶς καὶ τῆς ἀγάπης, στὸ Σχολεῖο, στὸ δρόμο, στὸ γήπεδο ὅπου ἔπαιζε μὲ τὴν ὁμάδα τοῦ Βασιλικοῦ. Ὅλοι ἦταν δίπλα στοὺς δικούς του, εἶχαν ὅλοι γίνει μιά οἰκογένεια.
Μέσα στὸν βουβὸ πόνο καὶ τὸν θρῆνο, προσπάθησα νά ἀρθρώσω λόγον παρακλήσεως καί Ἀναστάσεως.
«Ἂν τὰ δάκρυα ἦταν λουλούδια καὶ οἱ στεναγμοὶ μας μῦρο, θὰ εἶχε ἀνθίσει καὶ εὐωδιάσει ἡ Ἀχαΐα ὁλόκληρη. Προπέμπουμε ὅλοι μας, τὸ δικό μας παιδί, τὸν Θοδωρῆ, τὸ παιδὶ τῆς χαρᾶς, ποὺ ὑποσχόταν πολλὰ γιὰ ἕνα λαμπρό μέλλον. Ὅμως ἐνῶ ἐμεῖς κλαίομεν, ἐκεῖνος ἀπολαμβάνει τὴν χαρὰ τοῦ Παραδείσου κοντὰ στὸν Κύριό μας, μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἁγίους τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι βαρὺς ὁ πόνος, ὅταν ἕνα παιδὶ φεύγῃ ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ καὶ γι’ αὐτὸ γνωρίζω πολὺ καλὰ, ὅτι τὰ λόγια τὰ δικά μας, ἀπὸ μόνα τους, δὲν εἶναι ἱκανὰ, νὰ παρηγορήσουν τοὺς γονεῖς καὶ τὸν ἀδελφό τοῦ Θοδωρῆ. Ὁ Παράκλητος εἶναι ὁ Κύριός μας. Αὐτὸς ποὺ τώρα κρατεῖ στὴν ἀγκαλιὰ του αὐτὸ τὸ παλληκάρι, Αὐτὸς βαστάζει καὶ τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα καὶ τὸν ἀδελφό».
Στὴ συνέχεια ἀνέφερα τὸ περιστατικὸ ἀπὸ τὸν βίο τῆς Ἁγίας Κλεοπάτρας, ἡ ὁποία κατὰ τὴν ἡμέρα τῶν ἐγκαινίων τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Οὐάρου ἔχασε τὸ παιδί της καὶ πολὺ ἐλυπήθη καὶ ἐθρήνησε, ἕως ὅτου σὲ ὅραμα τῆς ἀπεκαλύφθη, ὅτι τὸ παιδὶ της ἦτο στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Ἁγίου Οὐάρου καὶ δὲν ἤθελε, νὰ ἐπιστρέψῃ στὴν μητέρα του, διότι τὸ κάλλος καὶ ὡραιότης τοῦ οὐρανοῦ ἦτο ἀσυγκρίτως ἀνώτερα ἀπὸ τὰ καλά τοῦ κόσμου τούτου. (Τά σχετικά μέ τόν Βίον τῆς Ἁγίας Κλεοπάτρας ἀναφέρονται μετά τό παρόν κείμενο).
 

Ἀπευθυνόμενος στοὺς γονεῖς τοῦ παιδιοῦ καὶ τὸν ἀδελφό του, τοὺς εἶπα βαθύτατα συγκινημένος:
«Εἴμαστε ὅλοι μαζί σας, πονᾶμε μαζί σας, σᾶς ἔχομε στὴν καρδιά μας, θὰ εἴμαστε συνέχεια κοντά σας μὲ ὅλη μας τὴν ἀγάπη. Δὲν εἶστε μόνοι σας σ’ αὐτή τήν δοκιμασία.... Ὅμως νὰ εἶστε βέβαιοι,  ὅτι σᾶς σκέπει ὁ Θεός...».
«Παιδί μου», εἶπα ἀπευθυνόμενος στὸν Θεόδωρο, «τώρα εὐφραίνεσαι στὸν οὐρανό, ζεῖς τὴν χαρὰ τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ ἐκεῖ νὰ συντροφεύῃς τοὺς γονεῖς καὶ τὸν ἀδελφό σου καὶ νὰ προσεύχεσαι γι’ αὐτούς».
Τοὺς λυγμοὺς ἀπὸ τὴν ὁμιλία μου, διέκοψε ἡ φωνὴ τοῦ δασκάλου τοῦ Θοδωρῆ στὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο, τοῦ Σταύρου Σταυρόπουλου, ὁ ὁποῖος μὲ ὅσα εἶπε ἐν κλαυθμῷ, συνεκλόνισε μικροὺς καὶ μεγάλους. Στὰ λόγια τοῦ Σταύρου εὕρισκε κανεὶς τὴν ἀγάπη τοῦ δασκάλου, τὸν σύνδεσμο μὲ τοὺς μαθητάς, τὸν πόνο γιὰ τὸν χωρισμό. Στὰ δάκρυα τοῦ δασκάλου καθρεφτιζόταν ὁ ἀγώνας γιὰ νὰ μορφώσῃ τοὺς μαθητάς του. Ἀπὸ τὰ χείλη του ἔβγαινε ἡ πίστη τῆς καρδιᾶς του γιὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, γιὰ τὴν αἰώνια ζωή, γιὰ τὴν συνέχεια τῆς πορείας τοῦ Θοδωρῆ, στὸν οὐρανό. Εἶχε καὶ ἄλλη φορά ὁ Σταῦρος ζήσει τόσο συγκλονιστικὲς στιγμές στόν ἴδιο τόπο, ὅταν ἔφυγε γιὰ τὸν οὐρανὸ πρὶν λίγα χρόνια, ὁ μαθητὴς του ὁ Χριστάκης, ποὺ τὸν ἔκλαψε τόσο πολὺ μαζὶ μὲ ὅλο τὸ χωριό.
Δάκρυσα βλέποντας τὸν δάσκαλο νὰ θρηνῇ γιὰ τὸν πρὶν ἀπό τρία χρόνια μαθητή του, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅσα εἶπε γιὰ τὴν Ἀνάσταση. (Ἔχομε πολλοὺς δασκάλους, σκέφτηκα καί τό ἐξέφρασα σέ συζήτηση μετά τήν Ἐξόδιο Ἀκολουθία, ποὺ εἶναι διαμάντια. Δόξα τῷ Θεῷ! Πόσο συνδέεται ὁ δάσκαλος μὲ τὸ παιδί, μὲ τὴν κοινωνία ὁλόκληρη! Πόσο θὰ λείψῃ ἡ αὔρα τοῦ δασκάλου τώρα ποὺ ἔκλεισαν τὰ σχολεῖα στὰ χωριά μας! Ἐπήνεσα τὸν δάσκαλο καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια τὸν εὐχαρίστησα γιὰ ὅσα εἶπε. Τὸν εἶχα σπουδαστή μου τὸν Σταῦρο στὴν Παιδαγωγικὴ Ἀκαδημία Τριπόλεως. Τότε τόν εἶχα βαθμολογήσει μέ ἄριστα. Ὑπάρχει ἆρα γε ἀνώτερη βαθμολογία νά τοῦ βάλω τώρα; Καί ὅμως ὑπάρχει. Ἡ ἀναγνώριση τῆς προσφορᾶς του ἀπό τήν κοινωνία».

Ἡ Διευθύντρια τοῦ Γυμνασίου, ποὺ φοιτοῦσε ὁ Θοδωρής, κα Ἑλένη Ἀποστολοπούλου, ἔγινε ἐπίσης κήρυκας τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καί τῆς αἰωνίου Μακαριότητος. Τί ὑπέροχα λόγια! Ἀγάπη καί γλυκύτητα ἔβγαιναν ἀπό τό στόμα της. Τά δάκρυά της ἦταν ἡ ἔκφραση τῆς μεγάλης ὀδύνης γιά τόν χωρισμό μέ τόν μαθητή της. Μέσα στούς δύσκολους καιρούς, ἔχομε ἀποκάλυψη βελούδινων ψυχῶν, στίς ὁποῖες ἀξίζει νά ἐμπιστευόμαστε τά παιδιά μας. Ὅχι δέν χάθηκαν ὅλα. Ὅσο θά ὑπάρχουν δάσκαλοι σάν τόν Σταῦρο καί καθηγητές σάν τήν Ἑλένη, ὁ κόσμος θά στέκεται ὄρθιος, ὁ ἥλιος θά ἀνατέλῃ, ἡ δρόσος τοῦ πνεύματος θά ἀπαλύνῃ τούς κόπους τῆς ζωῆς.
            Εὖγε σου, καλή μας Διευθύντρια, ὁ Θεός νά σέ ἐνισχύῃ στόν ἀγῶνα τῆς ἀγάπης. Μπράβο σέ ὅλους τούς δασκάλους καί καθηγητές πού ἀντιστέκονται στόν ὁδοστρωτῆρα πού θέλει νά ἰσοπεδώσῃ τήν πίστη στό Θεό καί στήν ἀξία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.
            Ἀλλά νά πού πλησιάζῃ, ὁ Νίκος, ὁ ἀδελφός τοῦ Θοδωρῆ. Μόλις ἔχει τελειώσει τό Λύκειο. «Θέλω νά μοῦ ἐπιτρέψετε, νά πῶ δυό λόγια» εἶπε καί συνέχισε:
«Θοδωρῆ ἀδελφέ μου, δέ θέλω νά σέ κλάψω, γιατί ζεῖς. Εἶσαι στόν οὐρανό. Εἶσαι ἀνάμεσά μας, δέν θά φύγῃς ποτέ ἀπό τήν σκέψη μας, ἀπό τήν καρδιά μας, ἀπό τό εἶναι μας. Καλά νά περνᾶς στόν οὐρανό Θοδωράκη, μαζί μέ τούς ἀγγέλους. Ὁ Θεός σέ ἔχει στήν ἀγκαλιά του. Σοῦ ὑπόσχομαι ὅτι θά φανῶ δυνατός καί θά σταθῶ κοντά στούς γονεῖς μας... Καλό σου ταξίδι μικρέ μου ἀδελφέ.....».
Κανείς δέν μπόρεσε νά συγκρατήσῃ τά δάκρυά του. Μικροί καί μεγάλοι, στόν Ναό, στό προαύλιο, στούς δρόμους γύρω ἀπό τόν Ναό, ἔκλαιαν γιά τόν χωρισμό μέ τό λαμπρό παιδί, μέ τόν ἄγγελο τοῦ Βασιλικοῦ, πού σάν εὐωδιαστός βασιλικός, ἄφησε τό ἄρωμα τῆς ἁγνότητος καί καθαρότητος τῆς καρδιᾶς του, τῆς ὀμορφιᾶς τῆς ζωῆς του, τῆς καλωσύνης, τῆς χαρᾶς στό σπίτι του, στούς δρόμους τοῦ χωριοῦ του, στό γήπεδο, στό σχολεῖο, στήν κοινωνία ὁλόκληρη.
Ὁ καλὸς Ἱερέας τοῦ χωριοῦ ὁ π. Χρῖστος μὲ δάκρυα στὰ μάτια, σάν καλὸς πνευματικὸς πατέρας, ἐξέφρασε τὸν πόνο τῆς ἐνορίας καὶ τὴν ὑπόσχεση στὸν Θοδωράκη, ὅτι ὅλοι θὰ προσεύχονται γι’αὐτὸν.
            Τά λουλούδια τῶν συμμαθητῶν του ἐκάλυψαν τόν τάφο του, πού ἔκλεισε μέσα του τό ἄψυχο κορμί του, ὅπως κλείνει ἡ γῆ τόν σπόρο γιά νά βλαστήσῃ, ὅταν θά ἔλθῃ ἡ ὥρα καί νά καρποφορήσῃ.
Ἐμεῖς μαζὶ μὲ ὅλο τὸν κόσμο πάνω ἀπὸ τὸν τάφο του μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας, βλέπαμε τὸν Θοδωρὴ στόν Οὐρανό μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ μὲ τὸ στόμα μας ἐψάλαμε τὸν παιᾶνα τῆς Ἀναστάσεως. «Χριστὸς Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος».
 
            Καλή Ἀνάσταση, Θοδωράκη.
  
ΒΙΟΣ  ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΛΕΟΠΑΤΡΑΣ

Στις 19 Οκτωβρίου η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη της Οσίας Κλεοπάτρας  και του Αγίου Ουάρου που μαρτύρησε κατά το διωγμό του Μαξιμιανού το 305 μ.Χ. στην Αίγυπτο,  αφού προηγουμένως βασανίστηκε. Στον τόπο του μαρτυρίου βρέθηκε και η Οσία Κλεοπάτρα που παρακολούθησε από κοντά το βασανισμό του Αγίου. Κατάγονταν από την Παλαιστίνη και ήταν σύζυγος αξιωματικού της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Είχε όμως την ατυχία να χάσει από νωρίς το σύζυγό της και ζούσε με το μονάκριβο παιδί της Ιωάννη, που ήταν η μοναδική ελπίδα στη ζωή της. ΄Ηταν πάρα πολύ πλούσια και συχνά στο μυαλό της ερχόταν η σκηνή του μαρτυρίου του Αγίου για τον οποίο ένιωθε μεγάλη θλίψη και υπόφερε κατάκαρδα. Παρακαλούσε λοιπόν το Θεό με νηστείες και προσευχές και ζητούσε να την πληροφορήσει ποιο είναι το κέρδος του  Μάρτυρα  στην άλλη ζωή.
   Αυτές τις σκέψεις έκανε η Οσία για το Μάρτυρα και κάποια στιγμή παίρνει τη μεγάλη απόφαση. Παρέα με το γιό της και με αρκετούς χριστιανούς τους οποίους επέλεξε προσεκτικά γιατί υπήρχε ο κίνδυνος να κατηγορηθεί ότι ήταν χριστιανή, πηγαίνει στον τάφο του Αγίου. Τον ανοίγει και αφού τον αρωματίζει κατάλληλα, παραλαμβάνει το σώμα του και το πηγαίνει στο σπίτι της. Το ενταφιάζει κάτω από το κρεβάτι της και άρχισε να το φροντίζει με ευλάβεια και να του διατηρεί άσβηστο το κανδήλι του.
   Μετά από λίγα χρόνια που βασίλεψε ο Μέγας Κωνσταντίνος και που σταμάτησαν οι διωγμοί εναντίον των χριστιανών, η Οσία Κλεοπάτρα ήθελε να φύγει από την Αίγυπτο και να επιστρέψει πίσω στην πατρίδα της, την Παλαιστίνη. Ήθελε όμως να πάρει μαζί της και τον πολύτιμο θησαυρό που είχε στο σπίτι της, το λείψανο του Αγίου. Δεν επιτρέπονταν όμως να μεταφέρει νεκρό σώμα, αν προηγουμένως δεν το δήλωνε στις τοπικές αρχές. Άρχισε λοιπόν να δρομολογεί τη διαδικασία που απαιτούνταν  να της δοθεί η άδεια, προκειμένου να μπορέσει να το μεταφέρει. Έπρεπε όμως προηγουμένως να δώσει και τις κατάλληλες εξηγήσεις που αναφέρονταν στην ταυτότητα του νεκρού αλλά και για τον τρόπο του θανάτου του. Προσποιείται λοιπόν, ότι το νεκρό σώμα ανήκει στον πεθαμένο σύζυγό της και ότι η τελευταία του επιθυμία ήταν, να ενταφιαστεί στον τόπο καταγωγής του  με τις τιμές που  ταιριάζουν σαν στρατιωτικός που ήταν, για τα ανδραγαθήματά του. Έτσι κατάφερε και της δόθηκε η άδεια της μεταφοράς του νεκρού, από τον έπαρχο της περιοχής.
   Βάζει λοιπόν μπροστά τη διαδικασία της μεταφοράς, φροντίζοντάς το κατάλληλα και φορώντας του την πιο λαμπρή φορεσιά του συζύγου της. Όταν έφθασαν κοντά στο όρος Θαβώρ σε μια κωμόπολη που την ονόμαζαν Έδρα, το ενταφίασαν με όλες τις τιμές αλλά και με κάθε μεγαλοπρέπεια. Έτσι ενώ στην αρχή το μυστικό της Οσίας κρατήθηκε, όμως σιγά-σιγά άρχισε να αποκαλύπτεται από μόνο του. Ο τάφος του Αγίου άρχισε να εκπέμπει ευωδία και να ευωδιάζει όλη τη γύρω περιοχή.  Καθημερινά λοιπόν επισκέπτονταν τον τάφο του Αγίου οι χριστιανοί προσφέροντας θυμίαμα και κρατώντας άσβηστο το κανδήλι του. Συγχρόνως όμως γιατρεύονταν και από τις τυχόν αρρώστιες ή απαλλάσσονταν από τις επιθέσεις των πονηρών πνευμάτων, μόλις πλησίαζαν στον τάφο του. Η Οσία Κλεοπάτρα βλέποντας αυτή την τιμή για τον Άγιο, αποφάσισε να οικοδομήσει ναό στο όνομα του Μάρτυρα. Ο ναός χτίστηκε πολύ γρήγορα και άρχισε η Οσία να προγραμματίζει τα εγκαίνιά του που ήθελε να γίνουν με κάθε μεγαλοπρέπεια. Ήθελε όμως πριν από τα εγκαίνια να ζητήσει από την Ρωμαϊκή εξουσία να απονείμουν κάποια τιμητική διάκριση στο παιδί της. Η ανταπόκριση ήταν άμεση. Της στάλθηκαν τα μετάλλια τα οποία τοποθέτησε επάνω στον τάφο του Αγίου προκειμένου να ευλογηθούν πρώτα και μετά να τα φορέσει το παιδί της.
   Όταν πλέον ο ναός αποπερατώθηκε και ήταν όλα έτοιμα να γίνουν τα εγκαίνια, η Οσία κάλεσε όλους τους Επισκόπους,  τους Πρεσβυτέρους της Επαρχίας αλλά και όλους τους Χριστιανούς, να παρευρεθούν  στην τελετή των εγκαινίων. Η τελετή ξεκίνησε με ολονύκτιες ακολουθίες με κάθε λαμπρότητα και τελείωσε με την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Είχε δε ετοιμαστεί πλούσιο τραπέζι από την Οσία για όλους τους καλεσμένους τους οποίους θα περιποιόταν προσωπικά η ίδια με το παιδί της. ΄Ετσι έφθασε στο τέλος της η γιορτή των εγκαινίων με κάθε μεγαλοπρέπεια και οι καλεσμένοι άρχισαν να αποχωρούν ο ένας μετά τον άλλο. Κατάκοποι και οι δυο τους από την κούραση προτίμησαν να ξεκουραστούν λίγο παρά να βάλουν κάτι στο στόμα τους, παρόλο που ήταν νηστικοί.
   Ο ύπνος άρχισε να πολιορκεί το παιδί της που μόλις και μετά βίας κρατούσε τα βλέφαρά του ανοικτά. Το πλησιάζει να το χαϊδέψει και διαπιστώνει με μεγάλη της έκπληξη, ότι το παιδί της έκαιγε στον πυρετό. Του αρχίζει αμέσως τα γιατροσόφια της και πριν ακόμη έλθει η χαραυγή, το μονάκριβο παιδί της νικημένο από την όποια αρρώστια είχε, βρίσκονταν νεκρό στο κρεβάτι του. Ο πόνος της μεγάλος και ο καημός της δυσβάστακτος. Χάθηκαν από τη μια στιγμή στην άλλη όλα της τα όνειρα και έχασε όλες τις  ελπίδες που έτρεφε για το παιδί της. Τα δάκρυα της έτρεχαν ασταμάτητα. Τα πόδια της άρχισαν να μην τη στηρίζουν. Βρήκε όμως το κουράγιο να σηκώσει το παιδί της και να το πάει στην Εκκλησία που οικοδόμησε για το Μάρτυρα. Το τοποθέτησε επάνω στη Λάρνακα των λειψάνων του Αγίου και γονατιστή ξέσπασε σε σπαρακτικό θρήνο. Απαιτούσε από τον Άγιο να της αναστήσει το παιδί της, υπενθυμίζοντάς του συγχρόνως και όλα εκείνα που έκαμε για τη Χάρη του. Μέσα στα αναφιλητά της, αποκαμωμένη από τον πόνο την παίρνει ο ύπνος και βλέπει ένα θαυμάσιο όνειρο, που παρηγόρησε την καρδιά της.
  Μπροστά στα πονεμένα μάτια της ανοίγει διάπλατα ο ουρανός και μέσα σ’ ένα υπέρλαμπρο φως παρουσιάζεται ο μάρτυρας του Χριστού στεφανωμένος με ολόχρυσο στεφάνι και να κρατά από το χέρι το παιδί της, που φορούσε και αυτό ολάνθιστο στεφάνι στο κεφάλι του. Αυτή είναι η ανταπόδοση για ότι έκαμες για μένα, όταν γονατιστή με παρακαλούσες και μου ζητούσες να κάμω τις όποιες χάρες ήθελα, για το παιδί σου.
  Αυτή τη δόξα γνώρισε το παιδί της, που σαν βάλσαμο παρηγοριάς χύθηκε στην πονεμένη της καρδιά. Βρήκε το κουράγιο και το έθαψε δίπλα στον τάφο του Μάρτυρα και φρόντιζε καθημερινά και τους δυο τάφους. Μοίρασε την περιουσία της στους πτωχούς και πέτυχε τέτοια ψυχική καθαρότητα με νηστείες και προσευχές, που κάθε Κυριακή έβλεπε τα δυο αγαπημένα της πρόσωπα, όπως της εμφανίστηκαν στο όνειρο.
  Όταν έφθασε σε προχωρημένη ηλικία παρέδωσε το πνεύμα της στο Θεό της ειρήνης έχοντας δώσει παραγγελία να ταφεί δίπλα στους δυο τάφους των αγαπημένων της προσώπων. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου